"Πέρα μακρυά στον ουρανό, είναι γραμμένο ένα μυστικό, ένα κρυμμένο σχήμα, το οποίο δείχνει με λεπτομέρεια τον αρχικό σχεδιασμό του ιδίου του σύμπαντος"...και την κατανομή της ύλης του, Eνα fractal..
...........
" Κι εκείνο το φυτό αντίκρυ σου που διαιρεί άνισα, πλην σωστά, το χώρο, είναι η αόρατη Γεωμετρία, που διέπει στο βάθος ολάκερη την Οικουμένη" .....
' Τους περιμέναμε. Σήμερα το μεσημέρι. Τα παιδιά της Ελληνικής Ομάδας διάσωσης, που είχαν μείνει πίσω, περίμεναν τους συντρόφους τους, που θα γύριζαν από την Αϊτή.
Είδαμε να έρχεται από μακρυά ένα τεράστιο χαμόγελο...
που έφτασε κοντά μας ακριβώς σαν την θαλπωρή του Ήλιου.
Ένας μπόμπιρας στους ώμους του διασώστη πατέρα του, φωτογράφιζε τις εικόνες του μέλλοντός μας, Και ο Έκτωρ αθροίζοντας το ύψος των δύο , έρχονταν ολοταχώς στην αγκαλιά μας.
Και ύστερα ξεμάκρυνε, παίρνωντας στο κατόπι τα δικά του όνειρα.
Αφου μας άφησε τα δώρα του..
Kαι πάρα πολλές σκέψεις. Από αυτές μόνο δύο θα σας μεταφέρω. Σε μορφή άσκησης. 1-Πως είναι δυνατόν, ενώ τα παιδιά της Ελληνικής Ομάδας επιχειρούσαν την διάσωση, λίγο πιο πέρα Αμερικανοί και Γάλλοι διασώστες φιλονικούσαν έντονα, (παίζοντας το διπλωματικό παιχνίδι των χωρών τους), για το ποιός θα φανεί ότι συμμετέχει στη διάσωση.. 2-Πως είναι δυνατόν, η χώρα της Αϊτής να είναι εντελώς άδενδρη, αφημένη στο έλεος των τυφώνων και των πλημμυρών? Επειδή, χρόνια τωρα, ξένες εταιρείες , λεηλατούσαν με κακουργηματική υλοτόμηση τα εδάφη της, ληστεύοντας το μόνο που είχε η Αϊτή εκτός από την εξαθλίωση Τα δάση της
Για να σας βοηθήσω στη λύση της άσκησης θα σας παραπέμψω στο video της ανάρτησης της Margo στις 14/1/2010 "Η ΙΣΤΟΡΙΑ ΤΩΝ ΠΡΑΓΜΑΤΩΝ"
http://vimeo.com/7432039 Για την ακρίβεια δεν είναι η βοήθεια αλλά η λύση της άσκησης
. Έκτακτα και ενώ ετοίμαζα τη συνέχεια της ιστορίας του χρόνου, ακινητοποιήθηκε η σκέψη μου, στην αναμονή ενός μηνύματος, που από σήμερα το πρωί θα περιμένω κάθε λεπτό! Να έρθει με οποιοδήποτε μέσον. Σαν εκείνο που πήρα στις 18 Αυγούστου 2008. Αυτή τη φορά όμως, όχι από σκάφος αναψυχής. Αλλά από ένα βασανισμένο τόπο. Την Αϊτή.
Έκτωρ, Περιμένω κάθε δευτερόλεπτο απάντηση στα μηνύματα που στέλνει όλο μου το είναι, με κάθε μέσο , σε σένα και στην ομάδα σου. Για την σκληρή προσπάθειά σας και για τους ανθρώπους που τη ζωή τους θελήσατε να υπερασπιστείτε....... Η παντοδύναμη ενέργεια και ευλογία του καλού να σας προστατεύει..
Με το καλό να φθάσετε και να απαλύνετε τον πόνο που θα συναντήσετε, όπως και όσο μπορείτε., .
Χθες το πρωί, πήρα ένα μήνυμα: Το βραδάκι θα έμπαινε στο λιμανάκι του χωριού μου, ένα ιστιοφόρο που είχε κάνει το γύρο του κόσμου. Το ιστιοφόρο κρατούσε ένα μήνυμα για μένα! . Έφτασα αργά το βράδυ. Το ιστιοφόρο ήταν ήδη στο λιμάνι, αρόδο. Είδα σκιές να κινούνται πάνω στο σκάφος. Έβγαλα μια μεγάλη άσπρη πασμίνα και έκανα νόημα στις σκιές. Δεν πήρα απάντηση. Περίμενα .. Σε λίγο, το μικρό τέντερ, έφερνε στο μώλο μια νέα γυναίκα με το σκυλάκι της. Σημείο αναγνώρισης. Η γυναίκα μου έδωσε τυλιγμένο πρόχειρα σε ένα χαρτί, κάτι. Το άνοιξα. Ήταν ένα μικρό κοχύλι που μέσα του ήταν στριμωγμένο ένα άσπρο χαρτί... Το ξεδίπλωσα. Ήταν ένα κακογραμμένο, βιαστικό σημείωμα: "Φιλάκια. Έκτωρ". Ξαφνικά ένοιωσα πως ήμουν ο πιο ευτυχισμένος, ο πιο πλούσιος, ο πιο δυνατός άνθρωπος πάνω στη Γη. Το σημείωμα και ο τρόπος που είχε φτάσει σε μένα!!! Τίποτα άλλο. Αυτό το ελάχιστα μικρό με είχε κάνει βασιλιά του κόσμου!!! Έκτωρ, σου είμαι ευγνώμων για την ενθρόνιση !!!.
Αφιερωμένη στο blogg "Σκοτεινή ροή" για την ανάρτησή "η μεγαλύτερη απόσταση είναι ο χρόνος"
Όταν γνώρισα την αγαπημένη μου Τσαντίκο, είμαστε ακόμα παιδιά.
Tριγυρνούσαμε πιασμένοι χέρι-χερι στα μεγάλα δάση του τόπου μας και κολυμπούσαμε στα βαθιά ποτάμια και τις λίμνες του.
Κοιτάζαμε μαζί τον ουρανό και παρατηρούσαμε τις κινήσεις των ουράνιων σωμάτων για να μετρήσουμε τους μήνες τις εποχές και τα χρόνια
Και συχνά κοιμόμαστε στη σκιά του μεγάλου Ναού .
Πάντα την ίδια εποχή, τις μέρεςπου ο Χουϊτζιλοπότστλι ο Θεόςτου Ήλιου και του έθνους, έφευγε μακρυά μας και το κρύο πάγωνε τα ποτάμια και τις λίμνες, μας άρεσε να πηγαίνουμε στα δάση και να κοιτάζουμε ώρες το όμορφο πράσινο θάμνο, που στην κορυφή του άνθιζε ένα κατακόκκινο αστέρι.
Ξέραμε πως το κόκκινο αυτό αστέρι είχε γεννηθεί από την ραγισμένη από αγάπη καρδιά της θεάς Τσαλτσιουχτλίκουε που ήταν ηΘεά των λιμνών και των γλυκών νερών,
Γιατί η καρδιά της θεάς που πότιζε τη Γη μας, είχε αγαπήσει βαθιά τον μεγάλο θεό του ΉλιουΧουϊτζιλοπότστλι, μα εκείνος έφυγε μακρυά της (τα πολύ παλιά χρόνια) τέτοιες μέρες.
Το αίμα της καρδιάς της, καθώς ράγισε από τον πόνο. έπεσε πάνω στον ξερό θάμνο, και έδωσε υπέροχα πράσινα φύλλα στα κλαδιά του και στη θέση της καρδιάς του ένα μεγάλο αστέρι από κατακκόκινα φύλλα..
Η η καρδιά της Θεάς, χωρίς σταγόνα αίμα,απλώθηκε και σκέπασε τις λίμνες και τα ποτάμια μας..
Οι γιαγιά, μου είχε πει, πως τα κόκκινα φύλλα, που οι γονείς μας έβαφαν τα όμορφα ρούχα και στολίδια μας, κaθώς καιτο γαλακτερό υγρό που μας έδιναν να πιούμε όταν οι θέρμες έκαιγαν το σώμα μας, ήταν δώρα της ματωμένης καρδιά της ερωτευμένης Θεάς. ..
Πωςη αγάπη και ο πόνος της θεάς των νερών, μας είχεευεργετήσει με τη χαρά της ζωής..
Μόνο αυτά ξέραμεγια τη ζωή όταν η αγαπημένη Τσαντίκο, μου είπε πως θα ήθελε να πετάξει σαν γεράκιπάνω από τα μεγάλα βράχια που φώλιαζαν οι τεράστιες γύπες, που αφάνιζαν τα κοπάδια μας
Και έφυγε πηδώντας σαν άγριο λάμα, για τα μεγάλα βράχια στην κορυφή του βουνού.
Όταν οι βοσκοί έφεραν την αγαπημένη μου τυλιγμένη στο αίμα της καρδιάς της (που ήταν ολόιδιο με το αίμα της Θεάς), ζήτησα από τον Βασιλειά Ήλιο να με πάρει μαζί του στο μεγάλο ταξείδι του..
Μα εκείνος μου μίλησε με τη φωνή του χρόνου και μου είπε πως για την αγάπη της καλής μου, θα έπρεπε να να ευεργετήσω τους ανθρώπους, ακριβώς όπως είχε κάνει η θεά, με το αίμα της..
Και τότε έκανα μια χαρακιά στο πρόσωπό μου, να τρέξει το αίμα που θα έπαιρνε μαζύ του ο Θεός Ηλιος για όρκο σε εκείνον και στην αγάπη της Τσαντίκο..
Και άρχισα να δουλεύω ασταμάτητα .
Άλλη σκέψη δεν είχε ο νούς μου , ούτε δουλειά τα χέρια μου, εξόν από τον όρκο μου στο βασιλειά Ήλιο.
Νύχτες και μέρες παρατηρούσα τον μεγάλο ουρανό.
Δεν είχα ύπνο ούτε ένιωθα πείνα.
Περπατούσα τυφλός στο σκοτάδι.
Κάλεσα τις ψυχές των προγόνων και εκείνοι ύστερα από σκέψη μου είπαν πως, το μόνο που ήξεραν για τον χρόνο ήταν το παρελθόν το παρόν και το μέλλον..
Και πωςπριν 20.000 χρόνια, κυνηγοί της εποχής των μεγάλων παγετώνων, στην άλλη άκρη του Ωκεανού, σμιλεύανε τρύπες σε οστά για να μετράνε τις μέρες ανάμεσα στις φάσεις της σελήνης .Πως μπορούσα να φανταστώ πως ακόμα πιο μακρυάαπό την άκρη του Ωκεανού, στην μεγάλη Ήπειρο, στην πεδιάδα του Τίγρη και του Ευφράτη , οι Σουμέριοι είχαν χωρίσει το χρόνο σε μήνες των τριάντα ημερών και την ημέρα σε 12 περιόδους. Και πώς να ξέρω πως οι τεράστιες πέτρινες κολώνες που είχαν ευθυγραμμίσει αρχιτέκτονες σε ένα μεγάλο νησί στα βόρεια του μεγάλου Ωκεανού ήταν για να μετρούν το χρόνο. Καιμε τη φώτιση του Ήλιου, αργότερα θα μάθαινα πως οι Αιγύπτιοι βασίστηκαν στους σεληνιακούς κύκλους για να φτιάξουν το ημερολόγιό τους και παρατήρησαν το αστέρι του Σείριου που ανατέλλει πλάι στον Ήλιο κάθε 365 μέρες και έβαλαν το αστέρι αυτό σαν μέτρο του χρόνου για το ημερολόγιό τους. Και ύστερα οι Βαβυλώνιοι έφτιαξαν τον μετρητή του χρόνου τους 354 μέρες αφού βασίστηκαν σε δώδεκα σεληνιακούς μήνες, με 29 ή 30 ημέρεςεναλλάξ
Μα αφού τίποτααπό όλααυτά δεν ήξερα άρχισα να μελετώ το ημερολόγιο των Μάγια που είχε, πότε 260 και πότε 365 ημέρες.
Και από εκεί ξεκίνησα το δικό μου ημερολόγιο πουθα αφιέρωνα στον Βασιλιά ΄Ήλιο και στην Αγάπη της γλυκιάς αγαπημένης μου Τσαντίκο
Αυτό που αργότερα θα ήξεραν οι άνθρωποι σαν «ημερολόγιο των Αζτέκων» ή«πέτρα του Ήλιου».
Σχόλια: (Το ημερολόγιο έχει διάμετρο 4 μέτρα, σκαλισμένο σε μονόλιθο από βασάλτη. Έχει μυθολογική και αστρονομική αξία. Ζυγίζει περίπου25 τόνους) Χαραγμένο κατά τη διάρκεια της βασιλείας της 6ης μοναρχίας , Eίναι αφιερωμένο στη βασική θεότητα των Αζτέκων τον Ήλιο.)
(συνεχίζεται)
Να ρωτήσω κάτι?
Ποιά φαντάζεσθε πως θα είναι η συνέχεια?
Υ.Γ. Για τη μυθοπλασία χρησιμοποίησα στοιχεία από την μυθολογία των Αζτέκων που βρήκα στην ΒΙΚIΠΑΙΔEΙΑ. Οι φωτογραφίες, επίσης επιλεγμένες από το ιντερνετ)
Το κλητήριο θέσπισμα, έτριξε οξειδωμένο κλειδί στην σκουριασμένη κλειδαριά και άνοιξε μια τεθλασμένη χαραμάδα. Κανείς δεν ήταν εκεί να την επισκευάσει. Και τρύπωσε σαν κλέφτης, ένα καχεκτικό χαμόγελο. Το είδα να φορτώνει τις αποσκευές της μοναξιάς μου και να με σέρνει βιατικά στο εκδοτήριο των εισιτηρίων. Ύστερα άκουσα τη φωνή μου: -Ένα, απλής διαδρομής παρακαλώ.! Το χαμόγελο , είχε πάρει πίσω το δίκιο του.
-Επόμενος σταθμός..ΧΑΛΑΝ(ΔΡΙ)
Το ήξερα. ..Τόσα χρόνια..χαλάν…χαλάν... χαλάν.. Δεν είχε φταίξει κανείς. Μόνο εγώ. Δεν κοίταζα τους ανθρώπους στα χέρια! Γιαυτό δεν έβλεπα την τσάπα που κρατούσαν Τους κοίταζα κατάματα και έψαχνα μέσα τους Εκείνο. Και εκείνο μου έστησε παγίδες..…
Επόμενος σταθμός..ΝΟΜΙΣΜΑΤΟΚΟΠΕΊΟ
Οι άνθρωποι κατεβαίνουν.. Το δικό μου βαγόνι άδειασε!. Έμεινα μόνο. Ίσως με ελάχιστους ακόμα. . Το τρένο καθυστέρησε στο σταθμό!! Τόσοι άνθρωποι στριμόχτηκαν στις πόρτες του.! Σκέφτηκα για μια στιγμή. Να κατέβω .. Χρόνια προσπερνώ αυτό το σταθμό...
Μα μπήκε στη μέση πάλι εκείνο το χαμόγελο. Με ξελόγιασε Και τον προσπέρασα ακόμα μια φορά….
Επόμενος σταθμός. ΕΘΝΙΚΗΑΜΥΝΑ..
Πόσες φορές έχω αποφασίσει να αποβιβαστώ σε αυτό το σταθμό? Να υποταχθώ στο πειθήνιο αναγκαίο! Έχω ξενυχτήσει πολλάβράδια σε καυγάδες με μένα... -Εδώ πρέπει να είναι το τέρμα σου, μου λέω... Ψάχνω διάφορες δικαιολογίες για να με αποφύγω... -Μα έχω περισσεύματα αμυντικού υλικού του λέω. -Έχεις αδιάρρηκτο και συμπαγές πείσμα, μου απαντά. Και περιττή αθανασία ονείρων! -Και δεν φτάνει για να επιβιώσω? με ερωτώ? Μα η απάντηση , ήρθε από εκείνο το χαμόγελο. Μπήκε στο βαγόνι, αιφνιδιαστικά! Με την στολή του ελεγκτή. Έκλεισε την πόρτα της εξόδου μου.
Και σφύριξε μέσα στα αυτιά μου: - Επόμενη αποβίβαση σταθμός ΛΑΡΙΣΣΗΣ.
Ανταπόκριση με εθνικό σιδηροδρομικό δίκτυο…
Πήρε στα χέρια του το εισιτήριό μου. Έκανε τους απαραίτητους ελέγχους και με αυστηρό ύφος, μου ανακοίνωσε:
Από εκεί μπορείς να φτάσεις στην άκρη της Γης. Και από εκεί να πάρεις το τραίνο του Χάους.
Κάποτε είμουν μια κανονική ανθρώπινη πέτρα χτισμένη σε μια ξερολιθιά σε ένα μικρό χωριό, ένός πανέμορφου νησιού του Ανατολικού Αιγαίου. Η πρασινάδες που με στόλιζαν ήταν από τις περικοκλάδες που άπλωναν επάνω μου μα ποτέ δεν ρίζωναν μέσα μου. Ύστερα ήρθε Εκείνο.....Εκείνο προκάλεσε την μεγάλη έκρηξη... Τώρα είμαι ένα pulsar και περιπλανιέμαι στο αχανές σύμπαν.Περιστρέφομαι με μεγάλη ταχύτητα, αλλά οι εκπομπές της ακτινοβολίας μου, έχουν απρόβλεπτη κανονικότητα. Αυτός είναι ο λόγος που ποτέ και κανένας δεν θα μπορέσει να παρακολουθήσει την πορεία μου ανάμεσα στα πλανητικά συστήματα. Μόνο κάποτε η ακτινοβολία μου αποτυπώθηκε με ανεξήτηλα σημάδια, πάνω σε ένα μοναδικό βότσαλο μιαςς έρημης παραλίας .. Σε αυτό το βότσαλο που τυχαία ξεχώρισε.. εκείνο, (ανάμεσα στα βότσαλα που έσερνε πίσω της η θυμωμένη θάλασσα), αποτυπώθηκε fractal η υποψία της ύπαρξής μου. Της απίστευτα μικρής μάζας μου, που ακτινοβολεί από κάποιο νεφέλωμα, κάποιου μακρυνού πλανητικού συστήματος, την συμπάντική ύλη εκείνου που με αφάνισε.. Εκεί θα μένω για έτη φωτός, που γράφονται μόνο σε ψηφία άρρητου αριθμού. Μα εσείς θα με βρίσκετε εδώ.. Να καταποντίζομαι στα ύδατα, να διασκορπιζομαι στους ανέμους και τις ερήμους της Γης , με την ίδια πάντα αγωνία: Πόσο τυχαίο, είναι το τυχαίο; Έχετε δει ποτέ φυτό να ριζώνει και να ανθίζει πάνω στην πέτρα; Πάνω στη σκληρή γρανιτένια πέτρα.Ναι, το είδα. Το ξεχώρισα γιατί δεν έμοιαζε με την περικοκλάδα που τόσο καλά ήξερα. Το είδα ακριβώς την στιγμή που σκεπτόμουν πως μόνο η μαθηματική λογική μπορεί να ορίζει την ζωή και οι αριθμοί να κρατούν γερά την ισορροπία του σύμπαντος.. Και πως μόνη εκείνη (η λογική των αριθμών) μπορεί να δημιουργεί τάξη ακόμα και σε εκπληκτικού βαθμού πολυπλοκότητα.Το είδα και μόνο αυτό ήταν αρκετό για να ανατρέψει την ισορροπία του σύμπαντος, να μετατοπίσει τον άξονα της Γης: Σε μιά πέτρα του τείχους της Ιερουσαλήμ. Σε συμβατικό χώρο και χρόνο. Στο χώρο και το χρόνο που θα έρχομαι ξανά και ξανά για να σας συναντήσω, και να μου μιλήσετε για το δικό σας εκείνο. Θα έρχομαι κάθε φορά που θα δειλιάζω και θα φοβούμαι πως ήρθε η ώρα μου να γίνω και γω πεφταστέρι. Να υποταχθώ στους νόμους. . . Και να πάψω να αισθάνομαι.
Τα κύμματα έρχονται από πολύ μακρυά. Ξεκινούν από το Βόρειο πόλο καθώς, κατά την σπάνια Άνοιξη στα μέρη εκείνα, λιώνουν οι πάγοι. Ύστερα καμπυλώνουν και στενεύουν για να μπουν στο κανάλι του ποταμού και να διασχίσουν το μισό βόρειο ημισφαίριο πριν φτάσουν στον Εύξεινο Πόντο. Εκεί σταματούν γιά λίγο τη αέναη ροή τους. Έχουν να κάνουν πολά προσκυνήματα πριν περάσουν στον Βόσπορο. Αλλά και όταν αφήνουν πίσω τους τα στενά, δεν μπορούν να περάσουν αδιάφορα από τη θάλασσα του Μαρμαρά. Μερικά μάλιστα μπαίνουν σιωπηλά, στον Κεράτιο. Όταν τελικά προσπερνούν τα Δαρδανέλια και κατηφορίζουν στο Αιγαίο, ξεκουράζονται μαζεύοντας κάμποσο ήλιο στις ράχες τους. Τα Νησιά του Αιγαίου δεν τα απασχολούν. Ψάχνουν για κάτι που ξέρουν πως υπάρχει μα πως ποτέ δεν μένει σταθερό. Πως μετακινείται συνέχεια σε στεριά και θάλασσα και πολές φορές βυθίζεται μέχρι να φτάσει τους φυκιώνες σε κάποιες μοναχικές παραλίες και να συρθεί απάνω τους. Ξέρουν πως αυτό, τριγυρνά ασταμάτητα μονάχο, κοιτάζοντας μέσα βαθειά στη ψυχή των πραγμάτων και καμιά φορά και των ανθρώπων. Αυτό, ξέρει πολύ καλά τους νόμους της Φυσικής και πιστεύει πως κάθε τυχαίο υπόκειται σε μιά απαραβίαστη αναγκαιότητα... Αγνοεί όμως εντελώς τους νόμους της Φύσης. .. Έτσι μιά μέρα, αυτό έφτασε ανυποψίαστο , σχεδόν αθώο, στην μοναχική παραλία. Αυτό δεν ήξερε πως η μουσική που έρχονταν από κάπου μακρυά, ήταν από τη λύρα του Ορφέα καθώς έδεινε ρυθμό στα κουπιά της Αργώς. . Πως ο βαρύς έρωτας του Ορφέα ήταν η κινητήρια Δύναμη στα κουπιά της Αργώς. Και πως το πουλί που πέρασε τις συμπληγάδες ήταν η φωνή μου που δραπέτεψε από τη σιωπή της πέτρας. Αυτό εκστασιασμένο από την αναπάντεχη ομορφιά (που τόσο πολύ το πονούσε) ακούμπησε με τα δάχτυλά του ένα βότσαλο, που πεταμένο ανάμεσα σε δισεκατομμύρια άλλα, δέρνονταν από τα θυμωμένα κύμματα. Και έτυχε! Από εκείνη τη στιγμή, αυτό το βότσαλο, κουβαλά στη ράχη του ένα βαρύ fractal... Ένα fractal που είχε σφραγίσει η ακτινοβολία ένος μικρού πάλσαρ και που ήταν ότι είχε απομείνει από τη μεγάλη έκρηξη... (συνεχίζεται)
2η συνέχεια Ωστόσο τα κύματα κατηφόριζαν στο Αιγαίο, παρακολουθόντας την δανδέλα των ακτών της Μικρασίας. Κατηφόριζαν.. .. Κατηφόριζαν.. Όλο κατηφόριζαν..Δεν μπορούσαν να αντισταθούν στην αναγκαιότητα να συναντήσουν αυτό το κάτι..Άλλοτε άφριζαν και άλλοτε στριφογύριζαν σε μικρές δίνες πάνω από τους φυκιώνες στις μοναχικές παραλίες των γύρω νησιών. Πολλές φορές κούφωναν σαν σπηλιές για να χυθούν ξαφνικά πάνω στα βότσαλα και να κάνουν ορμητικό, κατακτητικό, μέ άγρια διεκδηκητική μανία έρωτα, μαζί τους. Οι φωνές τους τότε γίνονταν σπαραχτικές για όσους τύχαινε να βρεθούν εκεί κοντά..Και θα στο πω καθαρά. Γίνονταν σπαραχτικές και για μένα. Για μένα που δεν μπορούσα να υποψιαστώ την ύπαρξη αυτού του απροσμέτρητα ανεπαίσθητου που μεταβάλλεται στις συνεχώς αναθεωρούμενες αρχικές μου νοήσεις και που κάνει να φαίνεται τυχαίο αυτό που έχει ήδη προκαθοριστεί.... (συνεχίζεται)
3η συνέχεια. Εγώ καταλαβαίνω τα κύματα. Πάσχω μαζί τους. Νοιώθω την αγωνία τους καθώς αγωνίζονται να αποτυπώσουν πάνω στο κόρμι (σου?) τα βαρειά μυστικά που κουβαλούν στις ραχες τους. Πόσο βαθειά επικοινωνώ με τα κύματα.. Οι υπόγειες στιβάδες της ύπαρξής μου βρίσκονται εκεί ακριβώς που ξεκινούν τα κύματα. Γιαυτό πάντα βρίσκουν τον τρόπο να μπούν σε ό,τι σκέπτομαι, σε ό,τι αισθάνομαι. Πάντα καταφέρνουν να μπούν στο συμπηκνωμένο μαγνητικό πεδίο μου και να εκπέμπουν στην κατεύθυνση των δυό πόλων της ύπαρξής μου. Δεν υπάρχει λόγος να αντιστέκομαι. ΠΑΡΑΔΙΝΟΜΑΙ ....Εκεί στην άκρη του γιαλιού να με σέρνουν μαζί τους. Να σκορπίζουν την ουσία μου στα πέρατα του σύμπαντος και ύστερα να με συναρμολογούν ξανά και ξανά για να παίξουν με τις αισθήσεις μου. Να με διδάξουν τους νόμους της Φύσης.... (συνεχίζεται)
4η συνέχεια Ενώ εσύ περιφρόνησες την επιθυμία των κυμμάτων. Ναι. Eγώ μαθήτευσα αιώνες στο σχολείο τους.... Αυτά με μύησαν στα μυστήρια της Φύσης...Η ενέργειά τους έδωσε κίνηση μέσα στις φλέβες μου. Εκείνα στοίχειωσαν τα θέλω μου. Εκείνα μου έδωσαν την διαταγή να δραππετεύσω από τη σιωπή της πέτρας. Και εκείνα τώρα αντιστέκονται στη θέλησή μου να ξαναγυρίσω σάυτήν. Και τώρα τι θα απογίνω ; ....Στο στόμα μου πεθαίνουν οι λέξεις χωρίς οξυγόνο. ....Ο λαιμός μου παγιδευμένος στη θηλειά των ακτίνων... ....Τα χέρια μου δεμένα πισθάγκωνα πάνω στον εμποτισμένο με πίσσα πάσαλο της αγωνίας μου... ....Και οι αντιστάσεις του νού μου πεταμένες σαπίζουν σε ένα παλιό καρνάγιο... Τώρα φοβούμε το καλοκαίρι που έρχεται. Μα τα κύμματα αρνούνται να ξεβράσουν σε μια γωνιά το πτώμα μου. Αρίστευσα, λένε, κάποτε... και συνεχίζουν να με διδάσκουν. Με ένα χάρακα να μαστιγώνει τη σάρκα μου. Με ένα διαβήτη καρφωμένο στα σπλάχνα μου. Και με ένα μοιρογνωμόνιο που αρνείται να υποταχθεί... (συνεχίζεται)
5η συνέχεια Και τώρα ξαφνικά πως να πιστέψω στους εντός μου ψιθύρους ; Ήχοι από παντου με κατακλύζουν. Είναι βιολί; Μάλον. Όχι.. όχι μπορεί να είναι ο αέρας που περνά φασαριόζικα μέσα από τις πευκοβελόνες, και ύστερα χάνεται. Κι αν είναι το τζιτζίκι που ξεχάστηκε να περιμένει το ταίρι του και έγινε ένα με τον κορμό της γέρικης ελιάς;. Και αν είναι αϊδόνι που έχασε το ταίρι του; Λάθος ; Μπορεί να είναι ένα μικρό ψάρι παγηδευμένο σε ένα ταλάνι. Μπορεί και οι χτύποι της καρδιάς κάποιου φυλακισμένου που περιμένει την αίτηση χάριτος. Μπορεί και τίποτα από όλα αυτά. Μπορεί να είναι ήχοι από κάποιο κρόταλο μοναστηριού. Μπορεί και από τις ίδιες τις φλέβες μου. Χιλιάδες ατέλειωτες τα μπορεί. Μόνο ένα θα πω ακόμα. Μπορεί να είναι η φωνή του Αϊδονίδη που ήταν σκορπισμένη στη απόλυτη διαφάνεια του απείρου και που ένας πανίσχυρος συμπηκνωτής (άγνωστο ποιός) μάζεψε τους φθόγγους της. Μπορεί όμως τίποτα από όλλα αυτά . Μπορεί να είναι μόνο σιωπή που αγωνίζεται να γίνει ήχος. Εκατομμύρια μπορεί. Θεέ μου γιατί ξοδεύεις τόσα χρώματα για να σκοτεινιάζεις τον ουρανό. Τα άστρα σου ξεφωνίζουν: Λυπήσου μας. Όσοι νογούν τις φωνές των άστρων απόψε τη νύχτα της 20ης προς την 21η Ιουνίου να γυμνωθούν και να περιμένουν τις προσταγές τους. (συνεχίζεται)
6η συνέχεια Η πιό συμπυκνωμένη νύχτα του χρόνου. Τα θαύματα γεννιούνται ακριβώς τη νύχτα αυτή. Μην αγνοήσεις τις προσταγές της. Εκείνη τη νύχτα θα πρέπει να μαζέψεις σταγώνα τη σταγώνα τον αφρό των άστρων για να μυράνεις τα χέρια που πάνω τους θα ακουμπήσεις την ψυχή σου. Και πρόσεχε τους ήχους. Μην και σε ξεγελάσουν. Όσο καλή πρόθεση κι αν έχουν, θα παραμείνει πάντα πρόθεση. Εις τους αιώνας. Και συ θα νιώθεις πως το σύμπαν ξεφεύγει από τα χέρια σου, σαν φυλακισμένο πουλί. Τα μάτια σου ιδρωμένα κι αμίλητα θα παρακολουθούν το πουλί μέχρι που να σμίξει με τον ορίζοντα πέρα από το τέλος του ωκεανού. Και ύστερα όλα θα ξαναγίνουν όπως πριν. Μιά ανεξερεύνητη συμπαντική δύναμη θα σε σταυρώνει πάνω στο σταυρό της ομορφιάς. Θα σε μαστιγώνει το ηλιοβασίλεμα και θα σε ματώνουν τα καρφιά από τα τιτιβίσματα των πουλιών την ώρα που ζευγαρώνουν. Θα σε διαπερνά η λόγχη μιάς ασήμαντης πορφυρένιας παπαρούνας, και θα σε ποτίζει αλμύρα ένας μικρός αλήτης αστερίας στο βυθό. Τα φύκια θα γίνονται σφουγγάρι ποτισμένο με όξος και το άρωμα των γιασεμιών θα σφυροκοπά το κρανίο σου μέχρι να χάσεις τις αισθήσεις σου. Γιατί Θεέ μου έπλασες τόση ομορφιά και συ ποιητή πως μπόρεσες και ξεστόμισες την κατάρα; "Η ομορφιά θα σώσει τον κόσμο" (συνεχίζεται)
(συνέχεια 7η) Ωστόσο τα κύμματα συνεχίζουν σαν μανιασμένα κυνηγόσκυλα να οσμίζονται το πέλαγος. Τόση αμίληκτη βεβαιότητα στον τυχαίο προορισμό!! Η συνεχής ευαίσθητη εξάρτηση από τον αρχικό τους στόχο τα κάνει να ακολουθούν συγκεκριμένους αιτιοκρατικούς κανόνες, με αυσηρή συνέπεια. Οι καλαμιές της λαγκαδιάς σέρνουν πίσω τους τις σκιές των δρυϊδων και τις ανάσες των πηγών που προσδιορίζουν τις συντεταγμένες της γεωγραφικής τους θέσης. Τι ψάχνεις λοιπόν κυνηγώντας τους ανέμους. Για ποιό απροσδιόριστο σχήμα ερευνάς το εμβαδόν, παγιδευμένο μέσα στην αιωνιότητα. Όλα μοιάζουν να υπακούουν σε μια χαόδη άτακτη συμπεριφορά και τα μηνύματά τους κρύβουν ένα μυστηριώδες είδος τάξης. Είπες: τωρα κρατώ εγώ το τιμόνι. Μα το κόκκινο βάμα του ουρανού σε τύλιξε πορφύρα και έχασες την αίσθηση του χώρου. Τώρα χρειαζόσουν εμένα. Το ένιωσα βαθειά μέσα μου. Μα εσύ πάλι μ'αρνήθηκες... (συνεχίζεται)
(συνέχεια 8η) Τι αμίληκτη, θανατερή πίκρα. Μπορεί να δηλιτηριάσει όλα τα ποτάμια της Γης. Μπορεί να ποτίσει τη θάλασσα, να στερέψει τις πηγές. Μπορεί την Γή να την κάνει στέρφα Μπορεί να μην ξαναγεννηθεί ποτέ πιά η Άνοιξη... Μπορεί να καταστραφούν οι αισθήσεις σου. Να συρθείς πάνω στους φυκιώνες του βυθού και να μην νιώσεις το μήνυμά τους. Όχι δεν μπορείς να διιαβάσεις με τα μάτια αυτές τις γραμμές. Αυτό το απόλυτο πένθος της ψυχής δεν υπάρχει τρόπος να το διαβάσεις. Μην πεδευεσαι άδικα. Σιωπή. Μόνο. Τέλεια απόλυτη σιωπή. Στο νησί του θανάτου. Μόνο ένα αργό σύρσυμο... Νατο πλησιάζει όλο πλησιάζει. Σαν φίδι που παραμονεύει...Πρόσεξε μη σε δαγκάσει. Πρόσεξε . Δεν πρέπει να πεθάνεις.. (συνεχίζεται)